Νέα Παραχωρητήρια χρήσης και κυριότητας σε αγροτικά ακίνητα

18 Μαρτίου 2012

Ψηφίστηκε την Τετάρτη 14.3.2012 από τη Βουλή, νόμος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και συναρμοδίων Υπουργείων, σύμφωνα με τον οποίο αφενός παραχωρούνται κατά χρήση δημόσιες εκτάσεις έναντι τιμήματος ή δωρεάν και αφετέρου τακτοποιούνται με τίτλους κυριότητας χρόνιες εκκρεμότητες σε θέματα  κυριότητας επί αγροτικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων  :

(1) Τα ακίνητα του Δημοσίου, τα οποία διαχειρίζεται του Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, και τα οποία είναι διαθέσιμες εκτάσεις και οικόπεδα που έμειναν αδιάθετα μετά την ολοκλήρωση της απαλλοτριωτικής διαδικασίας για την αποκατάσταση ακτημόνων, οι συνεταιριστικές εκτάσεις και οι χαρακτηρισμένες ως κοινόχρηστες, οι λεγόμενες αποστραγγιζόμενες γαίες, τα μπασταινουχικά κτήματα του άρθρου 290 του Αγροτικού Κώδικα, οι εκτάσεις που αποτέλεσαν αντικείμενο κτηνοτροφικής αποκατάστασης και άλλα, τα οποία απεικονίζονται ψηφιακά στη βάση δεδομένων του ΟΠΕΚΕΠΕ, θα αποτελέσουν αντικείμενο παραχώρησης κατά χρήση με τίμημα μέσω δημοπρασιών σε ιδιώτες επενδυτές (για βιοτεχνική ή βιομηχανική ή ξενοδοχειακή επένδυση ή ΑΠΕ) άνω των 3 εκ. ευρώ ή για εκτάσεις για οποιαδήποτε χρήση άνω των 100 στρεμμάτων και δωρεάν στους ΟΤΑ και σε ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ, εάν πρόκειται η χρήση τους να είναι για κοινωφελείς σκοπούς.

(2) Το Δημόσιο παύει να προβάλλει δικαιώματα σε αγροτικές εκτάσεις, αγροτικοί ή κτηνοτροφικοί κλήροι τους οποίους μέχρι πρότινος το Υπουργείο διεκδικούσε από νομείς και κατόχους που έχουν νόμιμους τίτλους μεταγεγραμμένους στα αρμόδια υποθηκοφυλακεία πριν την 5.6.1993, από κατόχους και νομείς που έχουν παραχωρητήρια μη μεταγεγραμμένα, και από κατόχους και  από δικαιούχους της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων που όμως δεν έχουν παραχωρητήρια. Στις περιπτώσεις αυτές υποβάλλεται αίτημα συνοδευόμενο από τοπογραφικό στις αρμόδιες Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών της οικείας Περιφέρειας, η οποία εκδίδει απόφαση ή χορηγεί παραχωρητήριο ως τίτλο κυριότητας αναλόγως την περίπτωση.

(3) Η ίδια Επιτροπή είναι αρμόδια και στις περιπτώσεις κατεχόμενων ακινήτων που δεν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις. Ειδικότερα όποιος κατέχει αυθαίρετα ακίνητο το οποίο διαχειρίζεται το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αποδεδειγμένα πριν την 5.6.1993 υποβάλλει αίτηση εξαγοράς του με συνημμένο τοπογραφικό μέχρι την 31.12.2013. Δεν περιλαμβάνονται ακίνητα ήδη χαρακτηρισμένα ως δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις. Αν υπάρχει και αυθαίρετο κτίσμα απαιτείται και βεβαίωση μηχανικού του ν. 4014/2011. Για την απόδειξη της διάρκειας της κατοχής του ακινήτου λαμβάνονται υπόψη πράξεις αποδοχής κληρονομιάς, ιδιωτικά συμφωνητικά με βέβαιη χρονολογία, βεβαιώσεις γεωπόνων σχετικά με την ηλικία των δέντρων, όχι όμως και ένορκες βεβαιώσεις. Το τίμημα της εξαγοράς καθορίζεται στο ύψος της αντικειμενικής αξίας και όπου δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα, βάσει της αγοραίας αξίας και καταβάλλεται σε 4 δόσεις ή σε 8 δόσεις εάν βρίσκεται σε παραλιακή ή τουριστική περιοχή και με την εξόφληση εκδίδεται τίτλος κυριότητας από τον Περιφερειάρχη. Αν οι δικαιούχοι είναι κατ’ επάγγελμα αγρότες, το τίμημα ορίζεται στο ½ της αντικειμενικής αξίας.

(4) Επίσης εκχερσωθείσες πριν την ισχύ του Συντάγματος του 1975 δασικές εκτάσεις που χρησιμοποιήθηκαν για γεωργική χρήση, αποβάλλουν το δασικό χαρακτήρα τους, αρκεί να παραμείνει η χρήση τους γεωργική. Στις περιπτώσεις αυτές προβλέπεται επίσης η υποβολή σχετικού αιτήματος εξαγοράς προς το αρμόδιο Δασαρχείο ή Διεύθυνση Δασών και έκδοση επίσης τίτλου κυριότητας.

Παρατείνεται επίσης για ακόμη 5 χρόνια η δυνατότητα επικύρωσης ανώμαλων δικαιοπραξιών.


ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

16 Ιανουαρίου 2011

Σύμφωνα με το άρθρο 982 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας οι μισθοί, οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές εξαιρούνται από την κατάσχεση ακόμη και όταν η καταβολή τους γίνεται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε πιστωτικό ίδρυμα. Επομένως ακατάσχετες είναι και παραμένουν οι απαιτήσεις μισθών και συντάξεων και όταν καταβάλλονται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό.

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 464 Αστικού Κώδικα, οι ακατάσχετες απαιτήσεις είναι και ανεκχώρητες και σύμφωνα με το άρθρο 451 Αστικού Κώδικα δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατά ακατάσχετης απαίτησης. Επομένως από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων τίθεται κανόνας σύμφωνα με τον οποίο είναι ακατάσχετοι, ανεκχώρητοι και ασυμψήφιστοι οι μισθοί και οι συντάξεις. Ο σκοπός του νομοθέτη που όρισε τις απαγορεύσεις ήταν να προστατευτεί ένα ελάχιστο εισόδημα των ανθρώπων που βιοπορίζονται από την εργασία τους και είναι αναγκαίο για τη συντήρηση των ίδιων και των οικογενειών τους. Ενόψει δε ότι ο ανωτέρω σκοπός εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, οι παραπάνω ρυθμίσεις είναι αναγκαστικού δικαίου και δεν επιτρέπεται αντίθετη συμφωνία των μερών. Επομένως η εκχώρηση που γίνεται κατά παράβαση αυτών είναι απολύτως άκυρη (174ΑΚ), τη δε ακυρότητα μπορεί να επικαλεστεί και ο οφειλέτης, ενώ η συναίνεση του οφειλέτη είναι χωρίς έννομα αποτελέσματα δεδομένου ότι η ακυρότητα εξετάζεται σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης και αυτεπαγγέλτως.

Περαιτέρω, η παραπάνω απαγόρευση ισχύει για κάθε δικαιοπραξία που έχει σαν σκοπό το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα, όπως η έκταξη που συμφωνείται αμετάκλητη, καθώς επίσης και η εξουσιοδότηση ή εντολή για είσπραξη της απαίτησης, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα ματαιωνόταν ο σκοπός του νομοθέτη που συνίσταται στη διατήρηση της δυνατότητας είσπραξής του μισθού και της σύνταξης με σκοπό την ικανοποίηση των στοιχειωδών αναγκών του φορέα της.

Το δε ακατάσχετο, ανεκχώρητο και ασυμψήφιστο των μισθών, των συντάξεων και των ασφαλιστικών παροχών, καταλαμβάνει όλες τις αποδοχές των εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και το μισθό των δημοσίων υπαλλήλων με την ευρεία έννοια, καθώς και τα μερίσματα, εφάπαξ βοηθήματα και τυχόν επιστροφές κρατήσεων.

Από την ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων καθώς και άλλων σχετικών διατάξεων, προκύπτει ότι δεν είναι από το νόμο επιτρεπτή, αντίθετα είναι αυτοδίκαια άκυρη κάθε συμφωνία ή κάθε όρος σε δανειακή σύμβαση, με τον οποίο οι τράπεζες αποκτούν (άκυρο) δικαίωμα να παρακρατούν από λογαριασμούς μισθοδοσίας ή συνταξιοδοτικούς, ποσά οφειλόμενα από δάνεια ή κάρτες, η δε παραπάνω παράνομη συμπεριφορά των τραπεζών στην πράξη, συνιστά και αξιόποινη πράξη, καθώς πληροί τις προϋποθέσεις του εγκλήματος της υπεξαίρεσης.

Επισημαίνεται πάλι ότι ακόμα και ο ίδιος ο εργαζόμενος ή ο συνταξιούχος να έχει δώσει την συγκατάθεσή του υπογράφοντας σχετικό όρο σε σύμβαση, είναι και παραμένει ΑΚΥΡΗ και ΠΑΡΑΝΟΜΗ κάθε παρακράτηση χρηματικού ποσού από τις τράπεζες. Η δε εμμονή των τραπεζών σε τέτοια παράνομη συμπεριφορά επισύρει σημαντικές έννομες συνέπειες σε βάρος τους, καθώς οι πληγέντες μισθωτοί ή συνταξιούχοι έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν κατά των τραπεζών την επανόρθωση κάθε ζημίας που υπέστησαν.

Επίσης οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που έχουν συνομολογήσει παρόμοιους άκυρους όρους στις συμβάσεις, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν δεσμεύονται από αυτούς και έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν από την τράπεζα να απέχει από την εφαρμογή αυτών των όρων στην πράξη.


Σύντομα στη Βουλή το νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά

24 Ιουνίου 2010

Με σημαντικές αλλαγές θα κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, το οποίοι αφορά σε δάνεια φυσικών πρόσωπων, επαγγελματιών ή αγροτών που καθυστερούν ή δεν εξυπηρετούνται καθόλου.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα», μέσα στις επόμενες 20 ημέρες το νομοσχέδιο αναμένεται να έρθει στη Βουλή, προσαρμοσμένο στις παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το σχέδιο νόμου είχε σταλεί προς υπογραφή στους συναρμόδιους υπουργούς ήδη από τέλη Απριλίου, ωστόσο στην πορεία τροποποιήθηκε και επήλθαν πολλές αλλαγές. Μάλιστα, στη διάρκεια των ενδοκυβερνητικών διαπραγματεύσεων υπήρξε η πρόταση να ενταχθεί το νομοσχέδιο στον πτωχευτικό νόμο, αλλά τελικώς η πρόταση απορρίφθηκε, αφού η λύση ήταν εξαιρετικά χρονοβόρα και θα καθυστερούσε δύο ως τρία χρόνια.

Προϋπόθεση υπαγωγής στις ευνοϊκές διατάξεις του νομοσχεδίου είναι οι οφειλές να έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά τον Ιανουάριο του 2008 και μέχρι τη δημοσίευση του νόμου. Για οφειλές της τριετίας 2005 ως 2007 μπορεί επίσης να γίνει ρύθμιση, αλλά με προκαταβολή του 20% του οφειλόμενου ποσού. Για τις ενήμερες οφειλές θα υπάρχουν πρόνοιες ακόμη πιο αυστηρών όρων ένταξης στη ρύθμιση, ώστε να μην υπάρξει, για λόγους μιμητισμού και όχι πραγματικής ανάγκης, αδικαιολόγητο κύμα ένταξης δανειοληπτών στις ρυθμίσεις.

Επίσης, η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση δεν θα έχει ως συνέπεια την αυτόματη αναστολή της καταβολής των επόμενων δόσεων ως την τελική απόφαση, αλλά ο δανειολήπτης που καθυστερεί θα είναι υποχρεωμένος να πληρώνει τις δόσεις που τρέχουν μετά την κατάθεση της αίτησής του, αλλά όχι φυσικά όσες είναι σε καθυστέρηση, οι οποίες θα αποτελούν το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα των τραπεζών που έγινε αποδεκτό. Η υπαγωγή στη ρύθμιση δεν θα συνεπάγεται έξοδο του δανειολήπτη από τον «Τειρεσία», στον οποίο θα παραμένει για 10 χρόνια. Αντιθέτως, εάν κάνει απευθείας ρύθμιση με την τράπεζα, χωρίς την παρεμβολή του Ειρηνοδικείου, γλιτώνει τον «Τειρεσία».

Στην περίπτωση που η σύμβαση δεν έχει καταγγελθεί, προϋπόθεση για τη ρύθμιση είναι να υπάρχει ληξιπρόθεσμη οφειλή με καθυστέρηση τουλάχιστον τεσσάρων μηνών. Το σύνολο της οφειλής που υπάγεται σε ρύθμιση δεν θα μπορεί να υπερβαίνει το ποσόν του ενός εκατομμυρίου ευρώ ανά πιστωτικό ίδρυμα και των τριών εκατομμυρίων ευρώ στο σύνολο των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Η διαφορά προσέγγισης του νομοσχεδίου στη νέα του μορφή είναι ότι η προσφυγή στο Ειρηνοδικείο για επίλυση των διαφορών θα αποτελεί «τελευταίο καταφύγιο», ενώ πριν θα έχουν εξαντληθεί όλες οι προσπάθειες ρύθμισης του καθυστερούμενου δανείου απευθείας μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη, ενδεχομένως και χωρίς τη συνδρομή δικηγόρου που θεωρείται από τις τράπεζες «κόκκινο πανί».

Το μέρος της οφειλής που θα εξοφλείται σε τέσσερα χρόνια θα ορίζεται από το δικαστήριο, ενώ αρχικά προβλεπόταν ότι θα είναι αυστηρά το 10% της συνολικής οφειλής και πλέον θα είναι εμφανώς παραπάνω. Η αποπληρωμή της οφειλής που προκύπτει μετά τη ρύθμιση πρέπει να έχει διάρκεια ίση με αυτή που απομένει μέχρι τη λήξη της σύμβασης, προσαυξημένη κατά ένα ή δύο χρόνια, ενώ μπορεί να υπάρξει και ετήσια περίοδος χάριτος στο ξεκίνημα της ρύθμισης. Από το συνολικά οφειλόμενο ποσό θα αφαιρούνται οι τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού. Από τους πλειστηριασμούς θα εξαιρείται η πρώτη κατοικία. Ο δανειολήπτης θα εξοφλεί σε 20 χρόνια το 85% της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας.

Η πλήρης ανάλυση της περιουσιακής κατάστασης του δανειολήπτη θα είναι η ασφαλιστική δικλείδα ότι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Δεν θα υπάρχει συνεπώς ένταξη στις ρυθμίσεις με την απειλή ή με την απλή επίκληση αδυναμίας πληρωμής, αλλά μόνο με απόδειξη για ουσιαστική αδυναμία εξυπηρέτησης του δανείου. Σε όλες τις ρυθμίσεις τα στεγαστικά θα προηγούνται και θα έπονται οι κάρτες και τα καταναλωτικά δάνεια. Με τις αλλαγές γίνονται πιο «διαυγή» τα δικαιώματα των ενυπόθηκων δανειστών, οι οποίοι θα προηγούνται οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου, όπως άλλωστε ήταν και η βασική παρατήρηση της ΕΚΤ.

Πηγή: Το Βήμα


Ο νέος νόμος 3816/2010 για τη ρύθμιση επιχειρηματικών και επαγγελματικών οφειλών προς τράπεζες

3 Φεβρουαρίου 2010

1. Ο νόμος ρυθμίζει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές επιχειρήσεων, επαγγελματιών και αγροτών που προκλήθηκαν μετά την 30/7/2007. Η εξυπηρέτηση των ρυθμιζόμενων οφειλών γίνεται με το συμβατικό επιτόκιο ενήμερης οφειλής ενώ διαγράφονται οι τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού που σωρεύτηκαν κατά την προηγούμενη περίοδο. Ο νόμος μάλιστα επεκτείνει τις παραπάνω δυνατότητες ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών και σε οφειλές από δάνεια και πιστώσεις που κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μετά την 1/1/2005 έως 30/6/2007. Πιο συγκεκριμένα:

Ο νέος νόμος ρυθμίζει καταρχήν τις οφειλές επιχειρήσεων, επαγγελματιών και αγροτών προς τα πιστωτικά ιδρύματα που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την 1.1.2005. Ειδικότερα:

α) Σε ρύθμιση υπάγεται το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής από κάθε σύμβαση δανείου ή πίστωσης εφόσον το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής από την κάθε σύμβαση δεν υπερβαίνει το ποσόν των 1.500.000 ευρώ.

β) Η ρύθμιση γίνεται με επιτόκιο ενήμερης οφειλής και κατ’ ελάχιστον σε επτά έτη. Τα δύο πρώτα έτη ο δανειολήπτης καταβάλει μόνο τόκους και μετά τις τοκοχρεολυτικές δόσεις.

γ) Αν πρόκειται για ληξιπρόθεσμες οφειλές μετά την 30.7.2007, ο δανειολήπτης δεν υποχρεούται να προκαταβάλει για τη ρύθμιση κανένα ποσόν. Αν πρόκειται, ωστόσο, για ληξιπρόθεσμες οφειλές της περιόδου 1.1.2005 έως 30.6.2007, υποχρεούται να καταβάλει το 10% της οφειλής, δίχως να υπολογίζονται τόκοι ανατοκισμού και υπερημερίας.

δ) Για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές μετά την 30.7.2007, διαγράφονται με τη ρύθμιση οι τόκοι ανατοκισμού και υπερημερίας. Για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της περιόδου 1.1.2005 έως 30.6.2007 διαγράφονται οι τόκοι ανατοκισμού και υπερημερίας, εφόσον εξοφληθεί το ήμισυ της οφειλής.

ε) Σε ρύθμιση υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που δεν έχουν καταγγελθεί. Δεν υπάγονται αντιθέτως επιδοτούμενα ή εγγυημένα δάνεια.

Οι αιτήσεις για την υπαγωγή στη ρύθμιση των οφειλών των προηγούμενων παραγράφων υποβάλλονται μέχρι τις 15/4/2010.

2. Ο νόμος περιλαμβάνει διατάξεις που στοχεύουν στη ρύθμιση ενήμερων οφειλών μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αγροτών. Καθορίζονται συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε να υπαχθούν στη ρύθμιση οι δανειολήπτες που τα έχουν ανάγκη, χωρίς ταυτόχρονα να τίθεται σε κίνδυνο η κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι διατάξεις για τις ενήμερες οφειλές αφορούν τα επιχειρηματικά ή αγροτικά δάνεια. Δυνατότητα αξιοποίησης των διατάξεων έχουν:

α) οι επιχειρήσεις και επαγγελματίες με βιβλία τρίτης κατηγορίας και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι στην τελευταία ετήσια χρήση μέχρι τον Ιούνιο του 2009 είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο των 2.500.000 ευρώ και ζημία στην ίδια χρήση. Προϋπόθεση είναι το ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου να μην υπερβαίνει το ποσόν των 350.000 ευρώ.

β) επιχειρήσεις με ακαθάριστα έσοδα μικρότερα των 150.000 ευρώ, κατ’ επάγγελμα αγρότες και επιχειρήσεις που έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές από πυρκαγιές ή φυσικά φαινόμενα. Προϋπόθεση είναι το ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου να μην υπερβαίνει το ποσόν των 200.000 ευρώ.

Οι παραπάνω δανειολήπτες έχουν μία από τις ακόλουθες δυνατότητες:

α) περίοδος χάριτος ενός έτους, χωρίς καταβολή τόκων και κεφαλαίου, με αντίστοιχη παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου, εφόσον η σύμβαση δεν έχει υπερβεί το ένα τρίτο της διάρκειάς της.

β) αναστολή επί διετία της χρεολυτικής αποπληρωμής του άληκτου κεφαλαίου με αντίστοιχη παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου και καταβολή των τόκων στη διάρκεια της αναστολής,

γ) παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου κατά τρία έτη.

Ακόμα, επιχειρήσεις και επαγγελματίες των πυρόπληκτων περιοχών από τις πυρκαγιές του 2007 έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν, για τα δάνεια που τους είχαν χορηγηθεί, την αναστολή επί διετία και αναδρομικά από 1.1.2010 της αποπληρωμής του άληκτου κεφαλαίου. Κατά τη διετία αυτή καταβάλουν μόνο τους τόκους.

Αιτήσεις για την υπαγωγή στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων υποβάλλονται μέχρι τις 15/4/2010.

Ο νόμος λαμβάνει επίσης μέριμνα για την προστασία εκείνων που ενδέχεται να εκτεθούν σε πιέσεις από το κλείσιμο ή τη συρρίκνωση των πιστωτικών τους ορίων στα κεφάλαια κίνησης. Σε περίπτωση που αυτό συμβεί μέχρι τον Ιούνιο 2011, η επιστροφή του ποσού ρυθμίζεται σε πέντε έτη.

3. Ο νέος νόμος θέτει περιορισμούς στην επεξεργασία δυσμενών οικονομικών δεδομένων από την ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε. και σε μακρόχρονους αποκλεισμούς οφειλετών από την οικονομική ζωή. Συγκεκριμένα:

– Προβλέπει το μέτρο της διαγραφής των δυσμενών δεδομένων για όσους έχουν τακτοποιήσει ή θα τακτοποιήσουν εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του νόμου, τις οφειλές τους.

– Μειώνει κατά ένα έτος τα όρια εγγραφής στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ.

– Επιταγές και συναλλαγματικές που εξοφλούνται σε τριάντα ημέρες από τη σφράγισή τους ή τη λήξη τους, ανεξόφλητες οφειλές μέχρι 1.000 ευρώ όπως και πρόσφατα εξοφλημένες μέχρι 3.000 ευρώ δεν εμφανίζονται στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ.

– Οι τράπεζες ενημερώνουν χωρίς αμοιβή ή καθυστέρηση τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ για την εξόφληση των οφειλών.

– Προβλέπει την υπό προϋποθέσεις μη εμφάνιση στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ οφειλών που δικαιολογημένα αμφισβητούνται.

– Προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης μπλοκ επιταγών, σε όσους έχουν στερηθεί διοικητικά τη δυνατότητα, εφόσον υφίσταται εγγύηση.

Πληροφορίες και ενημέρωση για την εφαρμογή του νόμου αυτού δίδονται στην τηλεφωνική  γραμμή 8011197167 του Υπουργείου Οικονομίας.

Πηγή: Υπουργείο Οικονομίας


Εισπρακτικές Εταιρίες

8 Οκτωβρίου 2009

Αξίζει να ενημερωθούν και από το δικό μου βήμα οι καταναλωτές δανειακών προϊόντων και πιστωτικών καρτών ότι με τον πρόσφατο νόμο (Ν.3758/2009), ο οποίος ρυθμίζει τη λειτουργία των εισπρακτικών εταιριών, που πλέον μετονομάστηκαν σε Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, τίθεται για πρώτη φορά ένα θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας για αυτές τις επιχειρήσεις, με σκοπό την προστασία των οφειλετών από αθέμιτες και παράνομες πρακτικές.

Έτσι σύμφωνα με το νέο αυτό νόμο, οι βασικές Αρχές που πρέπει να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων (εισπρακτικές εταιρείες) κατά την ενημέρωση και επικοινωνία με τον οφειλέτη:

  • Κατά την ενημέρωση του οφειλέτη σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα χρέη του, οι Εταιρείες Ενημέρωσης έχουν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται στον οφειλέτη με ευπρέπεια και ειλικρίνεια, να σέβονται την προσωπικότητά του, αλλά και την ιδιωτική του ζωή, την υγεία, την ασφάλεια και το τραπεζικό του απόρρητο.
  • Πριν από κάθε ενέργεια ενημέρωσης πρέπει να προηγείται επιβεβαίωση και ταυτοποίηση του οφειλέτη.
  • Σε κάθε τηλεφωνική επικοινωνία με τον οφειλέτη οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να εμφανίζουν τον αριθμό προέλευσης κλήσης (Δεν επιτρέπεται η κλήση προς τον οφειλέτη από τηλεφωνική γραμμή με την ένδειξη «Απόκρυψη»).
  • Οι υπάλληλοι των Εταιρειών Ενημέρωσης οφείλουν να ενημερώνουν τους οφειλέτες σχετικά με το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητά τους, καθώς και για το σκοπό της επικοινωνίας. Επιπλέον πρέπει να δηλώνεται στον οφειλέτη ο αριθμός μητρώου της εταιρείας, καθώς οι εταιρείες αυτές είναι υποχρεωμένες από το νόμο να εγγράφονται σε ειδικό μητρώο του Υπουργείου Ανάπτυξης, στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νομίμων εκπροσώπων τους.
  • Δεν πρέπει να οχλείται ο οφειλέτης, τηλεφωνικώς ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο, περισσότερες από μία φορά ανά δεύτερη ημέρα.

Περιορισμοί που επιβάλλονται στις Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες Ενημέρωσης να εισπράξουν οι ίδιες με οποιονδήποτε τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ή να αναθέσουν την είσπραξη σε τρίτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
  • Ο οφειλέτης πρέπει να ενημερώνεται ότι τα προσωπικά του δεδομένα (π.χ. διεύθυνση και τηλέφωνο επικοινωνίας), έχουν διαβιβαστεί στην Εταιρεία Ενημέρωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα (Ν. 2472/1997).
  • Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας.
  • Δεν επιτρέπεται να οχλείται ο οφειλέτης για χρέη που έχουν υποβληθεί σε διακανονισμό ή έχουν παραγραφεί ή για απαιτήσεις που απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών, οι οποίοι έχουν κριθεί καταχρηστικοί από αμετάκλητες δικαστικές απόφάσεις.
  • Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της ενημέρωσης σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του από το δανειστή προς την Εταιρεία Ενημέρωσης.
  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες η πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων όπως στην «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.», ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.
  • Προβλέπεται η καταγραφή των τηλέφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη σε περίπτωση διακανονισμού ή ρύθμισης της οφειλής τους. Όμως δεν επιτρέπεται η καταγραφή της συνομιλίας σε περίπτωση απλής ενημέρωσης για την οφειλή.

Απαγορεύεται στις Εταρείες Ενημέρωσης να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τον οφειλέτη, όπως:

  • Να εμφανίζουν κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη ιδιότητες που δεν διαθέτουν, όπως υπάλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.
  • Να ασκούν οποιαδήποτε σωματική βία ή ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση ότι απειλείται το επάγγελμα, η περιουσία ή η ζωή του οφειλέτη ή και των οικείων του.
  • Να επιδεικνύουν προσβλητική συμπεριφορά ή να χρησιμοποιούν προσβλητικές εκφράσεις εναντίον του οφειλέτη ή των οικείων του.
  • Να δυσφημίζουν ή ακόμη και να απειλούν ότι θα δυσφημίσουν τον οφειλέτη στον οικογενειακό ή εργασιακό του περιβάλλον.
  • Να εκμεταλλεύονται περιστάσεις αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη (π.χ. βαριά ασθένεια).
  • Να απειλούν ότι θα λάβουν μη νόμιμα μέτρα εις βάρος του οφειλέτη (π.χ. κατάσχεση και πλειστηριασμός περιουσιακών στοιχείων χωρίς να έχει προηγηθεί δικαστική απόφαση που να διατάσσει την αναγκαστική εκτέλεση).
  • Να δίνουν παραπλανητικές πληροφορίες στον οφειλέτη (π.χ. σχετικά με το χρέος του).
  • Να ενοχλούν πρόσωπα της οικογένειας του οφελέτη σχετικά την εξόφληση του χρέους.
  • Να παραπλανούν τον οφειλέτη παρουσιάζοντάς του έγγραφα που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για επίσημα δικαστικά έγγραφα (π.χ. εκθέσεις κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων).
  • Να δίνουν ανακριβείς πληροφορίες στον οφειλέτη σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης της πληρωμής.

Ειδικές υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Σε περίπτωση έγγραφης επικοινωνίας με τον οφειλέτη (π.χ. επιστολή), οι Εταιρείες Ενημέρωσης υποχρεούνται επιπλέον να αναγράφουν την πλήρη εμπορική τους επωνυμία, την ταχυδρομική διεύθυνση της έδρας τους με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό fax και διεύθυνση e-mail, καθώς και τον αριθμό μητρώου της Εταιρείας.
  • Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εταιρείες οφείλουν να τον ενημερώσουν εγγράφως και με δικά τους έξοδα, για το ύψος και την προέλευση της οφειλής κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και λοιπές προσαυξήσεις, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία.

Κυρώσεις

Σε περίπτωση κατά την οποία, η Εταιρεία Ενημέρωσης δεν τηρεί τις παραπάνω προβλεπόμενες από το νόμο υποχρεώσεις, καλούνται οι θιγόμενοι οφειλέτες να διαμαρτύρονται εγγράφως στο δανειστή – τράπεζα, ενημερώνοντας ταυτόχρονα και την Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και την ΕΚΠΟΙΖΩ, καθώς προβλέπονται για την εταιρεία αυστηρότατες κυρώσεις (πρόστιμο από 5.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ, ακόμη και διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο σε περίπτωση υποτροπής).

Πηγή: http://www.ekpizo.gr