Παράνομοι και καταχρηστικοί τόκοι και έξοδα στις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης

3 Ιουλίου 2008

Με νέα απόφασή του το Εφετείο Αθηνών επικυρώνει πρωτόδικη απόφαση σε συλλογική αγωγή που είχε ασκήσει η ένωση καταναλωτών Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ κατά της Εθνικής Τράπεζας, και κρίνει καταχρηστικούς τους συμβατικούς όρους που προβλέπουν την επιβολή προμηθειών ή (δήθεν) εξόδων για τραπεζικές εργασίες ή προβλέπουν αυθαιρεσίες στη διαμόρφωση των επιτοκίων.
Ειδικότερα, καταχρηστικοί κρίνονται με την παραπάνω απόφαση οι όροι που προβλέπουν:

  1. την επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στο μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών),
  2. την επιβολή εξόδων για τις αναλήψεις μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσό ανάληψης (από 3 έως 20 ευρώ),
  3. την καταστρατήγηση της διαφάνειας του κυμαινόμενου επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες με τη δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή από αυτή που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή τη δυνατότητα της τράπεζας να μην μειώσει το επιτόκιο όταν η πορεία των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι καθοδική,
  4. την επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών,
  5. τη δυνατότητα της τράπεζας να διαφοροποιεί τα επιτόκια καταθέσεων ανάλογα με το υπόλοιπο του λογαριασμού,
  6. τον περιορισμό της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απωλεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως,
  7. την επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων. Επίσης, κατά τη συζήτηση της έφεσης που είχε ασκήσει η Εθνική Τράπεζα κατά της πρωτόδικης απόφασης παραιτήθηκε από ένα μέρος της έφεσής της, δηλώνοντας ότι παύει τη χρήση των ακόλουθων επίσης όρων που κρίθηκαν πρωτοδίκως καταχρηστικοί και προβλέπουν:
  8. την επιβολή εξόδων για την εξέταση αιτήματος δανειοδότησης που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσόν του στεγαστικού δανείου (από 550 έως 1.500 ευρώ),
  9. την επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την τράπεζα βεβαίωσης οφειλών,
  10. την μονομερή μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων,
  11. τον μονομερή καθορισμό των ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται.

Η απόφαση υποχρεώνει την τράπεζα σε χρηματική ικανοποίηση 100.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη το καταναλωτικό κοινό, ενώ προβλέπει ποινή 3.000 ευρώ σε βάρος της τράπεζας για κάθε περίπτωση παραβίασης της απόφασης, η οποία ως τελεσίδικη είναι πλέον εκτελεστή.
Το παράνομο κέρδος, το οποίο αποκομίζουν οι τράπεζες σε βάρος των καταναλωτών από τη χρήση των παραπάνω καταχρηστικών αυτών όρων, ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Αρκεί να επισημανθεί ότι μόνο από τη χρήση των δύο πρώτων όρων, που εφαρμόζονται κατεξοχήν σε βάρος των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων που χρησιμοποιούν την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών, οι τράπεζες εισπράττουν παρανόμως ετησίως, λαμβάνοντας υπόψη το υπόλοιπο πιστωτικών καρτών σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, περισσότερο από 250 εκατομμύρια ευρώ.

Είναι γι’ αυτό σημαντικό να παύσουν όλες οι τράπεζες να εφαρμόζουν τις παράνομες αυτές πρακτικές, αλλά και να διευκολυνθούν οι διαδικασίες αποζημίωσης των καταναλωτών. Το Υπουργείο Ανάπτυξης έχει τις αρμοδιότητες να υποχρεώσει τις τράπεζες να παύσουν τη χρήση των καταχρηστικών αυτών όρων, δίχως να χρειάζεται να καταστεί η απόφαση αυτή και αμετάκλητη. Πολύ περισσότερο μάλιστα καθώς οι παραπάνω όροι πλήττουν κατεξοχήν τα αδύνατα κοινωνικά στρώματα που αναγκάζονται να χρησιμοποιούν πιστωτικές κάρτες και υποχρεώνονται πέραν από τους υπέρμετρους και αθέμιτους τόκους, να καταβάλλουν και τις παραπάνω πρόσθετες καταχρηστικές επιβαρύνσεις.

Πηγή: ΕΚΠΟΙΖΩ