ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

16 Ιανουαρίου 2011

Σύμφωνα με το άρθρο 982 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας οι μισθοί, οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές εξαιρούνται από την κατάσχεση ακόμη και όταν η καταβολή τους γίνεται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε πιστωτικό ίδρυμα. Επομένως ακατάσχετες είναι και παραμένουν οι απαιτήσεις μισθών και συντάξεων και όταν καταβάλλονται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό.

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 464 Αστικού Κώδικα, οι ακατάσχετες απαιτήσεις είναι και ανεκχώρητες και σύμφωνα με το άρθρο 451 Αστικού Κώδικα δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατά ακατάσχετης απαίτησης. Επομένως από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων τίθεται κανόνας σύμφωνα με τον οποίο είναι ακατάσχετοι, ανεκχώρητοι και ασυμψήφιστοι οι μισθοί και οι συντάξεις. Ο σκοπός του νομοθέτη που όρισε τις απαγορεύσεις ήταν να προστατευτεί ένα ελάχιστο εισόδημα των ανθρώπων που βιοπορίζονται από την εργασία τους και είναι αναγκαίο για τη συντήρηση των ίδιων και των οικογενειών τους. Ενόψει δε ότι ο ανωτέρω σκοπός εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, οι παραπάνω ρυθμίσεις είναι αναγκαστικού δικαίου και δεν επιτρέπεται αντίθετη συμφωνία των μερών. Επομένως η εκχώρηση που γίνεται κατά παράβαση αυτών είναι απολύτως άκυρη (174ΑΚ), τη δε ακυρότητα μπορεί να επικαλεστεί και ο οφειλέτης, ενώ η συναίνεση του οφειλέτη είναι χωρίς έννομα αποτελέσματα δεδομένου ότι η ακυρότητα εξετάζεται σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης και αυτεπαγγέλτως.

Περαιτέρω, η παραπάνω απαγόρευση ισχύει για κάθε δικαιοπραξία που έχει σαν σκοπό το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα, όπως η έκταξη που συμφωνείται αμετάκλητη, καθώς επίσης και η εξουσιοδότηση ή εντολή για είσπραξη της απαίτησης, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα ματαιωνόταν ο σκοπός του νομοθέτη που συνίσταται στη διατήρηση της δυνατότητας είσπραξής του μισθού και της σύνταξης με σκοπό την ικανοποίηση των στοιχειωδών αναγκών του φορέα της.

Το δε ακατάσχετο, ανεκχώρητο και ασυμψήφιστο των μισθών, των συντάξεων και των ασφαλιστικών παροχών, καταλαμβάνει όλες τις αποδοχές των εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και το μισθό των δημοσίων υπαλλήλων με την ευρεία έννοια, καθώς και τα μερίσματα, εφάπαξ βοηθήματα και τυχόν επιστροφές κρατήσεων.

Από την ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων καθώς και άλλων σχετικών διατάξεων, προκύπτει ότι δεν είναι από το νόμο επιτρεπτή, αντίθετα είναι αυτοδίκαια άκυρη κάθε συμφωνία ή κάθε όρος σε δανειακή σύμβαση, με τον οποίο οι τράπεζες αποκτούν (άκυρο) δικαίωμα να παρακρατούν από λογαριασμούς μισθοδοσίας ή συνταξιοδοτικούς, ποσά οφειλόμενα από δάνεια ή κάρτες, η δε παραπάνω παράνομη συμπεριφορά των τραπεζών στην πράξη, συνιστά και αξιόποινη πράξη, καθώς πληροί τις προϋποθέσεις του εγκλήματος της υπεξαίρεσης.

Επισημαίνεται πάλι ότι ακόμα και ο ίδιος ο εργαζόμενος ή ο συνταξιούχος να έχει δώσει την συγκατάθεσή του υπογράφοντας σχετικό όρο σε σύμβαση, είναι και παραμένει ΑΚΥΡΗ και ΠΑΡΑΝΟΜΗ κάθε παρακράτηση χρηματικού ποσού από τις τράπεζες. Η δε εμμονή των τραπεζών σε τέτοια παράνομη συμπεριφορά επισύρει σημαντικές έννομες συνέπειες σε βάρος τους, καθώς οι πληγέντες μισθωτοί ή συνταξιούχοι έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν κατά των τραπεζών την επανόρθωση κάθε ζημίας που υπέστησαν.

Επίσης οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που έχουν συνομολογήσει παρόμοιους άκυρους όρους στις συμβάσεις, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν δεσμεύονται από αυτούς και έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν από την τράπεζα να απέχει από την εφαρμογή αυτών των όρων στην πράξη.


Εισπρακτικές Εταιρίες

8 Οκτωβρίου 2009

Αξίζει να ενημερωθούν και από το δικό μου βήμα οι καταναλωτές δανειακών προϊόντων και πιστωτικών καρτών ότι με τον πρόσφατο νόμο (Ν.3758/2009), ο οποίος ρυθμίζει τη λειτουργία των εισπρακτικών εταιριών, που πλέον μετονομάστηκαν σε Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, τίθεται για πρώτη φορά ένα θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας για αυτές τις επιχειρήσεις, με σκοπό την προστασία των οφειλετών από αθέμιτες και παράνομες πρακτικές.

Έτσι σύμφωνα με το νέο αυτό νόμο, οι βασικές Αρχές που πρέπει να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων (εισπρακτικές εταιρείες) κατά την ενημέρωση και επικοινωνία με τον οφειλέτη:

  • Κατά την ενημέρωση του οφειλέτη σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα χρέη του, οι Εταιρείες Ενημέρωσης έχουν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται στον οφειλέτη με ευπρέπεια και ειλικρίνεια, να σέβονται την προσωπικότητά του, αλλά και την ιδιωτική του ζωή, την υγεία, την ασφάλεια και το τραπεζικό του απόρρητο.
  • Πριν από κάθε ενέργεια ενημέρωσης πρέπει να προηγείται επιβεβαίωση και ταυτοποίηση του οφειλέτη.
  • Σε κάθε τηλεφωνική επικοινωνία με τον οφειλέτη οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να εμφανίζουν τον αριθμό προέλευσης κλήσης (Δεν επιτρέπεται η κλήση προς τον οφειλέτη από τηλεφωνική γραμμή με την ένδειξη «Απόκρυψη»).
  • Οι υπάλληλοι των Εταιρειών Ενημέρωσης οφείλουν να ενημερώνουν τους οφειλέτες σχετικά με το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητά τους, καθώς και για το σκοπό της επικοινωνίας. Επιπλέον πρέπει να δηλώνεται στον οφειλέτη ο αριθμός μητρώου της εταιρείας, καθώς οι εταιρείες αυτές είναι υποχρεωμένες από το νόμο να εγγράφονται σε ειδικό μητρώο του Υπουργείου Ανάπτυξης, στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νομίμων εκπροσώπων τους.
  • Δεν πρέπει να οχλείται ο οφειλέτης, τηλεφωνικώς ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο, περισσότερες από μία φορά ανά δεύτερη ημέρα.

Περιορισμοί που επιβάλλονται στις Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες Ενημέρωσης να εισπράξουν οι ίδιες με οποιονδήποτε τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ή να αναθέσουν την είσπραξη σε τρίτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
  • Ο οφειλέτης πρέπει να ενημερώνεται ότι τα προσωπικά του δεδομένα (π.χ. διεύθυνση και τηλέφωνο επικοινωνίας), έχουν διαβιβαστεί στην Εταιρεία Ενημέρωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα (Ν. 2472/1997).
  • Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας.
  • Δεν επιτρέπεται να οχλείται ο οφειλέτης για χρέη που έχουν υποβληθεί σε διακανονισμό ή έχουν παραγραφεί ή για απαιτήσεις που απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών, οι οποίοι έχουν κριθεί καταχρηστικοί από αμετάκλητες δικαστικές απόφάσεις.
  • Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της ενημέρωσης σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του από το δανειστή προς την Εταιρεία Ενημέρωσης.
  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες η πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων όπως στην «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.», ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.
  • Προβλέπεται η καταγραφή των τηλέφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη σε περίπτωση διακανονισμού ή ρύθμισης της οφειλής τους. Όμως δεν επιτρέπεται η καταγραφή της συνομιλίας σε περίπτωση απλής ενημέρωσης για την οφειλή.

Απαγορεύεται στις Εταρείες Ενημέρωσης να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τον οφειλέτη, όπως:

  • Να εμφανίζουν κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη ιδιότητες που δεν διαθέτουν, όπως υπάλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.
  • Να ασκούν οποιαδήποτε σωματική βία ή ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση ότι απειλείται το επάγγελμα, η περιουσία ή η ζωή του οφειλέτη ή και των οικείων του.
  • Να επιδεικνύουν προσβλητική συμπεριφορά ή να χρησιμοποιούν προσβλητικές εκφράσεις εναντίον του οφειλέτη ή των οικείων του.
  • Να δυσφημίζουν ή ακόμη και να απειλούν ότι θα δυσφημίσουν τον οφειλέτη στον οικογενειακό ή εργασιακό του περιβάλλον.
  • Να εκμεταλλεύονται περιστάσεις αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη (π.χ. βαριά ασθένεια).
  • Να απειλούν ότι θα λάβουν μη νόμιμα μέτρα εις βάρος του οφειλέτη (π.χ. κατάσχεση και πλειστηριασμός περιουσιακών στοιχείων χωρίς να έχει προηγηθεί δικαστική απόφαση που να διατάσσει την αναγκαστική εκτέλεση).
  • Να δίνουν παραπλανητικές πληροφορίες στον οφειλέτη (π.χ. σχετικά με το χρέος του).
  • Να ενοχλούν πρόσωπα της οικογένειας του οφελέτη σχετικά την εξόφληση του χρέους.
  • Να παραπλανούν τον οφειλέτη παρουσιάζοντάς του έγγραφα που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για επίσημα δικαστικά έγγραφα (π.χ. εκθέσεις κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων).
  • Να δίνουν ανακριβείς πληροφορίες στον οφειλέτη σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης της πληρωμής.

Ειδικές υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Σε περίπτωση έγγραφης επικοινωνίας με τον οφειλέτη (π.χ. επιστολή), οι Εταιρείες Ενημέρωσης υποχρεούνται επιπλέον να αναγράφουν την πλήρη εμπορική τους επωνυμία, την ταχυδρομική διεύθυνση της έδρας τους με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό fax και διεύθυνση e-mail, καθώς και τον αριθμό μητρώου της Εταιρείας.
  • Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εταιρείες οφείλουν να τον ενημερώσουν εγγράφως και με δικά τους έξοδα, για το ύψος και την προέλευση της οφειλής κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και λοιπές προσαυξήσεις, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία.

Κυρώσεις

Σε περίπτωση κατά την οποία, η Εταιρεία Ενημέρωσης δεν τηρεί τις παραπάνω προβλεπόμενες από το νόμο υποχρεώσεις, καλούνται οι θιγόμενοι οφειλέτες να διαμαρτύρονται εγγράφως στο δανειστή – τράπεζα, ενημερώνοντας ταυτόχρονα και την Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και την ΕΚΠΟΙΖΩ, καθώς προβλέπονται για την εταιρεία αυστηρότατες κυρώσεις (πρόστιμο από 5.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ, ακόμη και διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο σε περίπτωση υποτροπής).

Πηγή: http://www.ekpizo.gr


Μειώνεται η παραμονή στον «Τειρεσία»

24 Δεκεμβρίου 2008

Μειώνεται κατά ένα ή δύο έτη ο χρόνος παραμονής στη μαύρη λίστα του «Τειρεσία» για όσους δεν τακτοποιούν έγκαιρα τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες ή προς ιδιώτες.

Με διάταξη του νομοσχεδίου αντικαθίσταται το άρθρο 40 του Ν 3259/2004 και διαμορφώνεται ως εξής:

Ο χρόνος τήρησης και χρήσης από τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα ή από αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που λειτουργεί νόμιμα χάριν αυτών, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα για τις αντιστοίχως αναφερόμενες περιπτώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξοφληθεί η οφειλή στο σύνολό της και έχει παρέλθει το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα για το σύνολο των καταχωρημένων στο αρχείο δεδομένων:

α) Απλήρωτες επιταγές, επί του σώματος των οποίων έχει βεβαιωθεί εμπρόθεσμα από την πληρώτρια τράπεζα η αδυναμία πληρωμής, απλήρωτες κατά τη λήξη τους συναλλαγματικές και γραμμάτια εις διαταγήν και καταγγελίες συμβάσεων δανείων και πιστώσεων τρία (3) έτη. (Παραμένει ως έχει).

β) Διαταγές πληρωμής, τέσσερα (4) έτη. [Σήμερα είναι πέντε (5) έτη].

γ) Κατασχέσεις και επιταγές προς πληρωμή του ΝΔ της 17.7/13.8.1923 «Περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών», περιλήψεις εκθέσεων κατάσχεσης, προγράμματα πλειστηριασμών και διοικητικές κυρώσεις του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, πέντε (5) έτη. [Σήμερα είναι πέντε (5) έτη].

Επιτρέπεται στα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα η διαβίβαση προς καταχώριση δεδομένων επί των εκάστοτε ανεξόφλητων υπολοίπων δανείων ή και πιστώσεων, περιλαμβανομένων και των υφιστάμενων, που χορηγούν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, σε αρχείο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που λειτουργεί νόμιμα, χάριν αυτών, χωρίς την προϋπόθεση του άρθρου 5, παρ. 1 του Ν 2472/1997 (ΦΕΚ Α΄ 50).

Η πρόσβαση των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων στα ως άνω δεδομένα επιτρέπεται μόνο κατά τους όρους και προϋποθέσεις του Ν 2472/1997, όπως εκάστοτε ισχύει και εφαρμόζεται.

Ο χρόνος τήρησης και χρήσης από τα πιστωτικά ιδρύματα ή από αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που λειτουργούν νόμιμα χάριν αυτών των δεδομένων δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία.

Πηγή: H Nαυτεμπορική, 17.12.2008


Παράνομοι και καταχρηστικοί τόκοι και έξοδα στις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης

3 Ιουλίου 2008

Με νέα απόφασή του το Εφετείο Αθηνών επικυρώνει πρωτόδικη απόφαση σε συλλογική αγωγή που είχε ασκήσει η ένωση καταναλωτών Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ κατά της Εθνικής Τράπεζας, και κρίνει καταχρηστικούς τους συμβατικούς όρους που προβλέπουν την επιβολή προμηθειών ή (δήθεν) εξόδων για τραπεζικές εργασίες ή προβλέπουν αυθαιρεσίες στη διαμόρφωση των επιτοκίων.
Ειδικότερα, καταχρηστικοί κρίνονται με την παραπάνω απόφαση οι όροι που προβλέπουν:

  1. την επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στο μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών),
  2. την επιβολή εξόδων για τις αναλήψεις μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσό ανάληψης (από 3 έως 20 ευρώ),
  3. την καταστρατήγηση της διαφάνειας του κυμαινόμενου επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες με τη δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή από αυτή που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή τη δυνατότητα της τράπεζας να μην μειώσει το επιτόκιο όταν η πορεία των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι καθοδική,
  4. την επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών,
  5. τη δυνατότητα της τράπεζας να διαφοροποιεί τα επιτόκια καταθέσεων ανάλογα με το υπόλοιπο του λογαριασμού,
  6. τον περιορισμό της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απωλεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως,
  7. την επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων. Επίσης, κατά τη συζήτηση της έφεσης που είχε ασκήσει η Εθνική Τράπεζα κατά της πρωτόδικης απόφασης παραιτήθηκε από ένα μέρος της έφεσής της, δηλώνοντας ότι παύει τη χρήση των ακόλουθων επίσης όρων που κρίθηκαν πρωτοδίκως καταχρηστικοί και προβλέπουν:
  8. την επιβολή εξόδων για την εξέταση αιτήματος δανειοδότησης που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσόν του στεγαστικού δανείου (από 550 έως 1.500 ευρώ),
  9. την επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την τράπεζα βεβαίωσης οφειλών,
  10. την μονομερή μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων,
  11. τον μονομερή καθορισμό των ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται.

Η απόφαση υποχρεώνει την τράπεζα σε χρηματική ικανοποίηση 100.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη το καταναλωτικό κοινό, ενώ προβλέπει ποινή 3.000 ευρώ σε βάρος της τράπεζας για κάθε περίπτωση παραβίασης της απόφασης, η οποία ως τελεσίδικη είναι πλέον εκτελεστή.
Το παράνομο κέρδος, το οποίο αποκομίζουν οι τράπεζες σε βάρος των καταναλωτών από τη χρήση των παραπάνω καταχρηστικών αυτών όρων, ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Αρκεί να επισημανθεί ότι μόνο από τη χρήση των δύο πρώτων όρων, που εφαρμόζονται κατεξοχήν σε βάρος των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων που χρησιμοποιούν την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών, οι τράπεζες εισπράττουν παρανόμως ετησίως, λαμβάνοντας υπόψη το υπόλοιπο πιστωτικών καρτών σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, περισσότερο από 250 εκατομμύρια ευρώ.

Είναι γι’ αυτό σημαντικό να παύσουν όλες οι τράπεζες να εφαρμόζουν τις παράνομες αυτές πρακτικές, αλλά και να διευκολυνθούν οι διαδικασίες αποζημίωσης των καταναλωτών. Το Υπουργείο Ανάπτυξης έχει τις αρμοδιότητες να υποχρεώσει τις τράπεζες να παύσουν τη χρήση των καταχρηστικών αυτών όρων, δίχως να χρειάζεται να καταστεί η απόφαση αυτή και αμετάκλητη. Πολύ περισσότερο μάλιστα καθώς οι παραπάνω όροι πλήττουν κατεξοχήν τα αδύνατα κοινωνικά στρώματα που αναγκάζονται να χρησιμοποιούν πιστωτικές κάρτες και υποχρεώνονται πέραν από τους υπέρμετρους και αθέμιτους τόκους, να καταβάλλουν και τις παραπάνω πρόσθετες καταχρηστικές επιβαρύνσεις.

Πηγή: ΕΚΠΟΙΖΩ


Υπουργική Απόφαση για Συμμόρφωση Τραπεζών με Αμετάκλητες Δικαστικές Αποφάσεις και Μείωση Επιτοκίων

30 Ιουνίου 2008

Ο Υπουργός Ανάπτυξης κ. Χρήστος Φώλιας και ο Υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Γεώργιος Βλάχος υπέγραψαν απόφαση με θέμα την απαγόρευση αναγραφής Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις στις συμβάσεις που συνάπτουν τα πιστωτικά ιδρύματα με τους δανειολήπτες.

Η υπουργική απόφαση αφορά σε 3 κατηγορίες τραπεζικών προϊόντων:

  1. συμβάσεις  στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου
  2. συμβάσεις  χορήγησης πιστωτικών καρτών
  3. συμβάσεις  λογαριασμού καταθέσεως

Οι 15 καταχρηστικοί όροι συναλλαγών:

Με την έκδοση της συγκεκριμένης υπουργικής απόφασης ρυθμίζονται μια σειρά από σημαντικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές τραπεζικών προϊόντων και οι δανειολήπτες στις συναλλαγές τους με τις τράπεζες και συγκεκριμένα:

  • Απαγορεύεται η τράπεζα να ζητήσει από τον καταναλωτή ποινή προεξόφλησης σε περίπτωση που ο ίδιος θελήσει να προεξοφλήσει το δάνειο που οφείλει μετά τον πρώτο χρόνο σε στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο.
  • Προβλέπεται ότι οι τόκοι που θα επιβαρύνεται ο καταναλωτής σε περίπτωση στεγαστικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου, θα υπολογίζονται με βάση τις 365 ημέρες και όχι τις 360 ώστε να αποφεύγονται οι σε βάρος του πρόσθετες χρεώσεις.
  • Απαγορεύεται η είσπραξη εξόδων «χρηματοδότησης», «προέγκρισης δανείου», ή «εξέτασης αιτήματος δανείου», κλιμακούμενων ανάλογα με το ποσόν του δανείου.
  • Απαγορεύεται η επιβολή ποσού «προμήθειας» ή «εξόδων φακέλου»
  • Απαγορεύεται η τράπεζα σε περίπτωση που καθυστερήσει ο καταναλωτής να πληρώσει έστω και μία δόση ή μέρος κάποιας δόσης δανείου που χρωστάει να του ζητήσει όλο το υπόλοιπο ποσό δανείου συμπεριλαμβανομένων και των τόκων που αναλογούν στο δάνειο που του χορηγήθηκε.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα όταν υποθηκεύει το σπίτι ενός καταναλωτή ο οποίος το αγοράζει με στεγαστικό δάνειο και εγγυάται για το δάνειο αυτό και κάποιο άλλο πρόσωπο, να ζητά ως επιπλέον εξασφάλισή  της και την μεταβίβαση των ενοικίων που τυχόν εισπράττει ο καταναλωτής σε περίπτωση που ενοικιάζει το σπίτι.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να υποχρεώνει τον εγγυητή του δανείου να παραιτείται από δικαιώματα που του αναγνωρίζει ο νόμος, όταν από δική της υπαιτιότητα δεν φροντίζει εγκαίρως να ικανοποιηθεί από το πρόσωπο στο οποίο η ίδια έχει χορηγήσει το δάνειο.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να επιβάλει προμήθεια σε περίπτωση που ο καταναλωτής κάνει ανάληψη μετρητών με τη μορφή δανείου από πιστωτική κάρτα.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να αυξάνει αυθαίρετα και αναιτιολόγητα το επιτόκιο στις πιστωτικές κάρτες χωρίς να το προσδιορίζει επακριβώς, να το συνδέει και να το προσαρμόζει με επιτόκιο αναφοράς, π.χ. Euribor.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα σε περίπτωση δικαστικής διαμάχης με κάποιο καταναλωτή σχετικά με κάποιο όρο που αφορά σύμβαση για έκδοση πιστωτικής κάρτας να υποχρεώνει τον τελευταίο να μεταβαίνει στα δικαστήρια της έδρας της για να δικασθεί η υπόθεσή του. Έτσι, αποφεύγονται άσκοπες μετακινήσεις και έξοδα των καταναλωτών, οι οποίοι σε μία τέτοια περίπτωση θα μπορούν να προσφύγουν στο δικαστήριο που βρίσκεται στην περιφέρεια της κατοικίας τους.
  • Κατοχυρώνεται η περίπτωση σύμφωνα με την οποία ο καταναλωτής θα μπορεί να αμφισβητήσει τυχόν χρεώσεις και οφειλές από πιστωτική κάρτα, ακόμα και αν δεν αντιδράσει εγκαίρως και σύμφωνα με τις προθεσμίες που του έχει τάξει η τράπεζα.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να καταγγείλει οποτεδήποτε, χωρίς προειδοποίηση ή αιτιολόγηση, τη σύμβαση πίστωσης με τον κάτοχο (ή και να απαγορεύσει οποιαδήποτε χρήση της κάρτας), καθώς και να τροποποιεί μονομερώς οποιοδήποτε όρο της σύμβασης.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να αναπροσαρμόζει την ετήσια συνδρομή πιστωτικής κάρτας χωρίς προηγουμένως να ενημερώνει τον κάτοχο  καταναλωτή.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να παρακρατά προμήθεια ή να επιβάλει έξοδα στους καταναλωτές για την χορήγηση βεβαίωσης οφειλών.
  • Απαγορεύεται η τράπεζα να επιβάλει χρεώσεις σε λογαριασμούς με καταθέσεις χρημάτων κάτω από το όριο που η ίδια καθορίζει.

Με αφορμή την έκδοση της υπουργικής απόφασης ο Υπουργός Ανάπτυξης Χρήστος Φώλιας έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Με την απόφαση αυτή αποκτούν καθολική εφαρμογή αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από το 1998 και μετά, αλλά ορισμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με διάφορες προφάσεις απέφευγαν να τηρήσουν.

Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εφαρμόζουν τις αποφάσεις αυτές στις συναλλαγές τους με  όλους τους καταναλωτές, χωρίς να απαιτείται ο καταναλωτής να προσφεύγει κάθε φορά στη δικαιοσύνη για να πετύχει την απάλειψη όρου που έχει ήδη κριθεί καταχρηστικός με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

Εάν παρατηρηθούν περιπτώσεις (είτε από καταγγελίες καταναλωτών, είτε από αυτεπάγγελτη έρευνα) μη συμμόρφωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με τη συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, θα επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο νόμο.

Με αφορμή την έκδοση της συγκεκριμένης υπουργικής απόφασης καλούμε τις τράπεζες να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους στο ζήτημα καθορισμού των επιτοκίων των πιστωτικών καρτών που διαθέτουν στο καταναλωτικό κοινό.

Τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών των Ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι κατά πολύ υψηλότερα από τα εξωτραπεζικά επιτόκια δανεισμού, από τα αντίστοιχα επιτόκια πιστωτικών καρτών σε άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά και από τα επιτόκια καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων στη χώρα μας.

Γι’ αυτό καλούμε τις τράπεζες στα πλαίσια της αυτορρύθμισης να αναπροσαρμόσουν τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών, σε χαμηλότερα επίπεδα.

Παράλληλα διερευνάται η δυνατότητα θεσμικής παρέμβασης στο συγκεκριμένο θέμα, που θα αξιοποιεί το σκεπτικό παλαιότερης δικαστικής απόφασης και την εμπειρία άλλων χωρών χωρίς να αντιτίθεται στη λειτουργική ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και στο ευρωπαϊκό δίκαιο περί ανταγωνισμού.

Η απόφαση αυτή αποτελεί έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα προσπαθειών που από κοινού με τις ενώσεις καταναλωτών και με εκπροσώπους του τραπεζικού κλάδου, έχουμε ξεκινήσει με στόχο την αντιμετώπιση στρεβλώσεων στην αγορά τραπεζικών προϊόντων και τη δημιουργία κουλτούρας υπεύθυνου δανεισμού.

Η προσπάθεια αυτή θα συνεχιστεί με συνέπεια και υπευθυνότητα μακριά από λαϊκισμούς και υπερβολές, αλλά και χωρίς συμβιβασμούς και εκπτώσεις εκεί που οι επιχειρηματικές πρακτικές δεν σέβονται τους νόμους και την κοινή λογική.»

Όλα τα παραπάνω αξίζει να μελετηθούν προσεκτικά καθώς αποτελούν σημαντικό εργαλείο στα χέρια όλων των καταναλωτών-δανειοληπτών κατά τις συναλλαγές τους με τις τράπεζες.

Πηγή: Υπουργείο Ανάπτυξης