Εισπρακτικές Εταιρίες

8 Οκτωβρίου 2009

Αξίζει να ενημερωθούν και από το δικό μου βήμα οι καταναλωτές δανειακών προϊόντων και πιστωτικών καρτών ότι με τον πρόσφατο νόμο (Ν.3758/2009), ο οποίος ρυθμίζει τη λειτουργία των εισπρακτικών εταιριών, που πλέον μετονομάστηκαν σε Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, τίθεται για πρώτη φορά ένα θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας για αυτές τις επιχειρήσεις, με σκοπό την προστασία των οφειλετών από αθέμιτες και παράνομες πρακτικές.

Έτσι σύμφωνα με το νέο αυτό νόμο, οι βασικές Αρχές που πρέπει να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων (εισπρακτικές εταιρείες) κατά την ενημέρωση και επικοινωνία με τον οφειλέτη:

  • Κατά την ενημέρωση του οφειλέτη σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα χρέη του, οι Εταιρείες Ενημέρωσης έχουν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται στον οφειλέτη με ευπρέπεια και ειλικρίνεια, να σέβονται την προσωπικότητά του, αλλά και την ιδιωτική του ζωή, την υγεία, την ασφάλεια και το τραπεζικό του απόρρητο.
  • Πριν από κάθε ενέργεια ενημέρωσης πρέπει να προηγείται επιβεβαίωση και ταυτοποίηση του οφειλέτη.
  • Σε κάθε τηλεφωνική επικοινωνία με τον οφειλέτη οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να εμφανίζουν τον αριθμό προέλευσης κλήσης (Δεν επιτρέπεται η κλήση προς τον οφειλέτη από τηλεφωνική γραμμή με την ένδειξη «Απόκρυψη»).
  • Οι υπάλληλοι των Εταιρειών Ενημέρωσης οφείλουν να ενημερώνουν τους οφειλέτες σχετικά με το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητά τους, καθώς και για το σκοπό της επικοινωνίας. Επιπλέον πρέπει να δηλώνεται στον οφειλέτη ο αριθμός μητρώου της εταιρείας, καθώς οι εταιρείες αυτές είναι υποχρεωμένες από το νόμο να εγγράφονται σε ειδικό μητρώο του Υπουργείου Ανάπτυξης, στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νομίμων εκπροσώπων τους.
  • Δεν πρέπει να οχλείται ο οφειλέτης, τηλεφωνικώς ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο, περισσότερες από μία φορά ανά δεύτερη ημέρα.

Περιορισμοί που επιβάλλονται στις Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες Ενημέρωσης να εισπράξουν οι ίδιες με οποιονδήποτε τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ή να αναθέσουν την είσπραξη σε τρίτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
  • Ο οφειλέτης πρέπει να ενημερώνεται ότι τα προσωπικά του δεδομένα (π.χ. διεύθυνση και τηλέφωνο επικοινωνίας), έχουν διαβιβαστεί στην Εταιρεία Ενημέρωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για τα προσωπικά δεδομένα (Ν. 2472/1997).
  • Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας.
  • Δεν επιτρέπεται να οχλείται ο οφειλέτης για χρέη που έχουν υποβληθεί σε διακανονισμό ή έχουν παραγραφεί ή για απαιτήσεις που απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών, οι οποίοι έχουν κριθεί καταχρηστικοί από αμετάκλητες δικαστικές απόφάσεις.
  • Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της ενημέρωσης σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του από το δανειστή προς την Εταιρεία Ενημέρωσης.
  • Απαγορεύεται στις Εταιρείες η πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων όπως στην «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.», ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.
  • Προβλέπεται η καταγραφή των τηλέφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη σε περίπτωση διακανονισμού ή ρύθμισης της οφειλής τους. Όμως δεν επιτρέπεται η καταγραφή της συνομιλίας σε περίπτωση απλής ενημέρωσης για την οφειλή.

Απαγορεύεται στις Εταρείες Ενημέρωσης να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τον οφειλέτη, όπως:

  • Να εμφανίζουν κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη ιδιότητες που δεν διαθέτουν, όπως υπάλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.
  • Να ασκούν οποιαδήποτε σωματική βία ή ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση ότι απειλείται το επάγγελμα, η περιουσία ή η ζωή του οφειλέτη ή και των οικείων του.
  • Να επιδεικνύουν προσβλητική συμπεριφορά ή να χρησιμοποιούν προσβλητικές εκφράσεις εναντίον του οφειλέτη ή των οικείων του.
  • Να δυσφημίζουν ή ακόμη και να απειλούν ότι θα δυσφημίσουν τον οφειλέτη στον οικογενειακό ή εργασιακό του περιβάλλον.
  • Να εκμεταλλεύονται περιστάσεις αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη (π.χ. βαριά ασθένεια).
  • Να απειλούν ότι θα λάβουν μη νόμιμα μέτρα εις βάρος του οφειλέτη (π.χ. κατάσχεση και πλειστηριασμός περιουσιακών στοιχείων χωρίς να έχει προηγηθεί δικαστική απόφαση που να διατάσσει την αναγκαστική εκτέλεση).
  • Να δίνουν παραπλανητικές πληροφορίες στον οφειλέτη (π.χ. σχετικά με το χρέος του).
  • Να ενοχλούν πρόσωπα της οικογένειας του οφελέτη σχετικά την εξόφληση του χρέους.
  • Να παραπλανούν τον οφειλέτη παρουσιάζοντάς του έγγραφα που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για επίσημα δικαστικά έγγραφα (π.χ. εκθέσεις κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων).
  • Να δίνουν ανακριβείς πληροφορίες στον οφειλέτη σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης της πληρωμής.

Ειδικές υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν οι Εταιρείες Ενημέρωσης:

  • Σε περίπτωση έγγραφης επικοινωνίας με τον οφειλέτη (π.χ. επιστολή), οι Εταιρείες Ενημέρωσης υποχρεούνται επιπλέον να αναγράφουν την πλήρη εμπορική τους επωνυμία, την ταχυδρομική διεύθυνση της έδρας τους με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό fax και διεύθυνση e-mail, καθώς και τον αριθμό μητρώου της Εταιρείας.
  • Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εταιρείες οφείλουν να τον ενημερώσουν εγγράφως και με δικά τους έξοδα, για το ύψος και την προέλευση της οφειλής κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και λοιπές προσαυξήσεις, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία.

Κυρώσεις

Σε περίπτωση κατά την οποία, η Εταιρεία Ενημέρωσης δεν τηρεί τις παραπάνω προβλεπόμενες από το νόμο υποχρεώσεις, καλούνται οι θιγόμενοι οφειλέτες να διαμαρτύρονται εγγράφως στο δανειστή – τράπεζα, ενημερώνοντας ταυτόχρονα και την Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και την ΕΚΠΟΙΖΩ, καθώς προβλέπονται για την εταιρεία αυστηρότατες κυρώσεις (πρόστιμο από 5.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ, ακόμη και διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο σε περίπτωση υποτροπής).

Πηγή: http://www.ekpizo.gr


Πότε είναι έγκυρες οι συμφωνίες επιχειρήσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό

10 Μαΐου 2007

Στόχος των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισµού είναι η προστασία του ανταγωνισµού στην αγορά ως µέσο για την προώθηση της ευηµερίας του καταναλωτή και την εξασφάλιση µιας αποτελεσµατικής κατανοµής των πόρων. Σε κάποιες περιπτώσεις οι συµφωνίες που περιορίζουν τον ανταγωνισµό µπορεί να έχουν ευεργετικά αποτελέσµατα γι’ αυτόν χάρη στη βελτίωση της αποτελεσµατικότητας, η οποία µπορεί να δηµιουργήσει πρόσθετη αξία εξαιτίας της µείωσης του κόστους παραγωγής, της βελτίωσης της ποιότητας ή της δηµιουργίας ενός νέου προϊόντος ή υπηρεσίας.

Εφόσον τα ευνοϊκά για τον ανταγωνισµό αποτελέσµατα µιας συµφωνίας υπερτερούν έναντι των αρνητικών, η συµφωνία κρίνεται τελικά ευνοϊκή για τον ανταγωνισµό και σύµφωνη µε τους στόχους των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισµού. Τελικό αποτέλεσµα των εν λόγω συµφωνιών είναι η προώθηση της ίδιας της ανταγωνιστικής διαδικασίας ως προς την ουσία της, και συγκεκριµένα η προσέλκυση πελατείας µε την προσφορά καλύτερων προϊόντων ή καλύτερων τιµών από εκείνες που προσφέρουν οι ανταγωνιστές. Από τις περιοριστικές, λοιπόν, συµφωνίες µπορούν να προκύψουν αντικειµενικά οικονοµικά οφέλη που να αντισταθµίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις του περιορισµού του ανταγωνισµού.

Για να είναι νόμιμες αυτές οι συμφωνίες, πρέπει να ισχύουν ταυτόχρονα τέσσερις προϋποθέσεις, δύο θετικές και δύο αρνητικές:

α) η συµφωνία πρέπει να συµβάλλει στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανοµής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονοµικής προόδου,

β) πρέπει να εξασφαλίζει στους καταναλωτές δίκαιο τµήµα από το όφελος που προκύπτει,

γ) οι περιορισµοί πρέπει να είναι απαραίτητοι για την επίτευξη των στόχων αυτών, και τέλος

δ) η συµφωνία δεν πρέπει να παρέχει στα µέρη τη δυνατότητα καταργήσεως του ανταγωνισµού επί σηµαντικού τµήµατος των σχετικών προϊόντων.

Εφόσον πληρούνται οι τέσσερις αυτές προϋποθέσεις, η συµφωνία ενισχύει τον ανταγωνισµό στη σχετική αγορά, δεδοµένου ότι οδηγεί τις ενδιαφερόµενες επιχειρήσεις στην προσφορά φθηνότερων ή καλύτερων προϊόντων στους καταναλωτές, αποζηµιώνοντας έτσι τους τελευταίους για τα δυσµενή αποτελέσµατα που έχουν οι περιορισµοί του ανταγωνισµού.
Πηγή: Ανακοίνωση Ε.Ε. 2004/C101/08